Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2008

Να το ονομάσω το βουνό της ψυχής...



Απέναντι το βουνό των Κενταύρων αερικό η ψυχή μου χορεύει μέσα στα σπλάχνα του.

Η γήινη σφαίρα μου δεν δύναται να κρατήσει το βάρος της.
Ένας μουντός καιρός άκαιρος σεργιανίζει σε άγια χώματα

είναι ο Άγιος πόνος που λιμνάζει σπέρνοντας διχόνοια.

Ένα ρόδο αιμάτινο έκπτωτο αγκάθι στην πορεία της ζωής.

Ένας αιμάτινος χιτώνας σεργιανίζει σε Άγια χώματα.

Πού και πού ακούω την ψυχή μου να φωνάζει, να κραυγάζει άναρθρα.

Μην μου απλώνεις το χέρι πόνε!

Που όλα μου τα πήρες,

τα μάτια απ’ την ψυχή,

την ψυχή απ’ το σώμα, το σώμα από μένα.

Μέσα στην υπόκωφη σιωπή της θάλασσας τα ζάρια που χτυπάνε.
Άλλο τη ματωμένη σου σιωπή δεν αντέχω.
Επιδαψιλεύω στις σελίδες μου λόγια όμορφα.
Ενστερνίζομαι το ψιθύρισμα της θάλασσας,

αιμορραγώ πάνω στο ηλιοβασίλεμα της πρώτης νιότης μου,

το επέκεινα ενός θανάτου.

Και γίνομαι σύννεφο,

είμαι νεφελοβάμων και παράλληλα νεφελοβατώ,

αμφιρρέπω ανάμεσα ουρανού και Νεφελοκοκκυγίας.

Και πάλι λέω πως αυτό που έχασα είναι η ενατένιση της ψυχής μου,

διαλεκτική ανάμεσα σε μένα και σε μένα.
Πορεία μέσα στο χρόνο.

Νεφέλη