Τετάρτη 26 Δεκεμβρίου 2007

Μενέλαος Λουντέμης

Ποιός μου χτυπᾷ τὸ τζάμι;
Μὴ μοῦ χτυπᾶτε.
Δὲν εἶμαι ῾δῶ.Ἐδῶ κατοικεῖ ἡ Μοναξιὰμὲ μόνιμη νοικάρισα τὴ Πλήξη.
Μὴ μοῦ χτυπᾶτε λοιπὸν τὸ τζάμι.

Μάταια χτυπᾶτε.Ἐγὼ δὲ μπορῶ ν᾿ ἀνοίξω.
Δὲ μπορῶ νὰ συρτῶοὔτ᾿ ὡς τὴ πόρτα τοῦ σπιτιοῦ μου,
οὔτ᾿ ὡς τὴ πόρτα τοῦ ἄλλου κόσμου.
Μὴ μοῦ χτυπᾶτε λοιπὸν τὸ τζάμι.

Δὲν εἶμαι ῾δῶ.
Ἐδῶ εἶν᾿ ἕνα ξερὸ ἔντομοσ᾿ ἕνα κόσμο, -φέρετρο-ὅπου ἀπαγορεύεται -μὲ κίνδυνο ἀνάστασης-ἀκόμη κι ὁ θάνατός σου!
Μὴ μοῦ χτυπᾶτε λοιπὸν τὸ τζάμι.

Κάνετε λάθος.
Λάθος στὸ σπίτι.
Λάθος στὴ πόρτα.
Λάθος στὸν αἰῶνα.
Λάθος. Λάθος. Λάθος!
Γι᾿ αὐτὸ πάψτε.

Πάψτε -γιὰ τὸ Θεό- νὰ μοῦ χτυπᾶτε!
Σᾶς τὸ ξαναλέω- μή!Ἐδῶ δὲ κατοικῶ ἐγώ.
Ἐδῶ κατοικεῖ μία αἱμοβόρα κι
ἀκροβάτισα ἀράχνη,
ποὺ πρὶν λίγο ἔφαγε μία πεταλούδα.
Μιὰ χρυσή, λεπτὴ πεταλούδα,
ποὺ -ἀλίμονο- εἶχε τ᾿ ὄνομά μου!
Ἄρα δὲν εἶχα ἀγαπηθεῖ,

αὐτὸ ἦταν ὅλο
Ἴσως ἀνόητα ὑποδύθηκα τὸ ρόλοΓελωτοποιοῦ πολὺ μετρίας κλάσηςΛησμονημένος
σὲ μιὰν ἄχρηστη ἀποθήκη
Ἠλίθιος κοῦκλος μὲ σπασμένη μύτη.
.......................................................................................................................

Ὁ σταχτὺς θάνατος
Θαρροῦσα ὡς τώρα -φίλοι μου καλοί-
θαρροῦσα ὡς τώρα...πῶς ὅλα τὰ πράματα
βαδίζουν στὴ γῆμὲ τὸ ἀληθινό τους χρῶμα.
Ἡ Χαρὰ ἄσπρη.Ἡ Θλίψη χλωμή.
Ὁ Ἔρωτας ρόδινοςΟ Θάνατος μαῦρος.
Ἔτσι θαρροῦσα...
Καὶ περνοῦσα τὶς μέρες μου,

μὲ τὰ χρώματά μου τακτοποιημένα.
Με τα ὄνειρά μου συγυρισμένα.
Μὲ τὰ ποιήματά μου καθαρογραμμένα...
Γιατὶ ἔτσι τά ῾βλεπα.
Ἔτσι νόμιζα.
Μα μιά μέρα...Μιά μέρα -φίλοι μου καλοί-
ένα σταχτύ σύννεφο άφησε τον ουρανό του κι έπεσε στη κάμαρά μου.
Και τότε... όλα...
έχασαν το χρώμα τους.
Η Θλίψη έγινε σταχτιά.
Σταχτιά κι η χαρά.
Σταχτύς κι Έρωτας.
Και σταχτύς -αλίμονο- κι ο Θάνατος.
Ω Σειρήνα, εσύ...
Εσύ που τα 'βαψες όλα.
Που τ' άλλαξες όλα,
γιατί δεν άφηνες το Θάνατο-τουλάχιστον αυτόν-
να με πάρει με τ' αληθινό του χρώμα;

Τρίτη 4 Δεκεμβρίου 2007

Έτσι...απλά


Ο πόνος να σκορπίσει στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα
Σκόνη να γίνει
Πιάνομαι από το εγώ μου, είμαι και δεν είμαι.
Χαμογελάω, δεν γελάω
Πάνω στο ηλιοβασίλεμα της ζωής μου περπατάω, μετράω…
Σιγουρεύομαι ότι υπάρχω μια πορεία σε ένα καιρό απόσκαιρο, απροσέγγιστο
Ξόμπλια στα μαλλιά, φτιασίδια ανώφελα, αντίμετρο για της ζωής το διάβα.
Φαλκιδεύω τις εποχές, τους Χειμώνες της θλίψης μου, τα Φθινόπωρα της μελαγχολίας μου, την Άνοιξη του έρωτα, το γαλάζιο του Καλοκαιριού.Να σκορπίσει ο πόνος σε μια πορεία αντίρροπη.

Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2007

Μιρό:Ο μόνος ζωγράφος που τολμά να υποδείξει στο θεός ότι γελάστηκε















Αυτό που μας δείχνει ο Μιρό, κυρίως στα γλυπτά του, είναι η κρυμμένη όψη των πραγμάτων και αναρωτιέται κανείς κοιτάζοντας τα: αλήθεια, τα πράγματα είναι έτσι, δεν το είχα αντιληφθεί ότι αυτό που είχα εκλάβει σαν άτοπο, είναι το φυσικό. Ο Μιρό είναι γλύπτης και ζωγράφος του φανταστικού. Η φανταστική όψη της πραγματικότητας σε άλλους συγγραφείς ή συνθέτες, αποτελέι συχνά έναν εφιάλτη. Στον Μιρό, το φανταστικό είναι χιουμοτιστικό. Οι εφιάλτες είναι βαρείς, ο Μιρό είναι ανάλαφρος, θέλω να πω αέρινος. Εισέρχεται στον κόσμο του θεού. Μας κάνει να πιστέψουμε ή να καταλάβουμε ότι η δημιουργία ήταν και εξακολουθεί να είναι ένα παιχνίδι για το θεό. Ο Μιρό μπαίνει σε αυτό το παιχνίδι, το αποδέχεται και παίζει με τα αντικείμενα που αποτελούν τα παιχνίδια του Δημιουργού. Δεν υπάρχει ίχνος απαισιοδοξίας στον Μιρό. Υπάρχει χιουμορ, υπάρχει ειρωνία, ένα μίγμα από κακία κατεργαριά και χάρη. Κατ' εικόνα του θεού, ο Μιρό δημιούργισε από ευχαρίστηση, για τη δικιά του ευχαρίστηση και δική μας ευχαρίστηση. Το μάθημα δίνεται και για μας, περισσότερο όμως για τον θεό.
Ε. Ionesco.








Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2007

....


Σε θέλω σαν σύμβολο αγάπης
Που σε καθαρά νερά κολυμπάει
Σε θέλω γιατί καθάρισα το σώμα
Για να ζηλέψει η ψυχή
Αναγραμμάτισα τις λέξεις τους ήχους
Να πλημμυρίσει η αγάπη
Να λούσει το κορμί με γάργαρο νερό.

Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2007

Σελίδα...




Κλυδωνίζομαι στο άπειρο
μια σελίδα παλιά
Καρφώνω στα στήθη μου
Υπόσχεση να μείνω νηπενθής*
Θολή αχλή των πάντων μου
Εσύ!
Πανακλής αναδύομαι από θάλασσες
Σκοτεινές
Σχάζω στο σώμα σου να μπω
να ψηλαφίσω κάθε γωνιά κάθε κύτταρο
αφειδώλευτα σου προσφέρω το δάκρυ
του κορμιού μου
θολή αλκή των πάντων μου

Εσύ!




Καρυωτάκης*

Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2007

Η γραφή


Το διάστημα είναι αίμα κι άλωση-

τη γραφή εγώ χάος όρισα:


εκεί οι λέξεις μου έπεσαν

και το κορμί μου πέφτει

και η κεφαλή ακολουθεί...


Ο χαμένος

Δεν ήταν ανάμεσά μας απόσταση-

Σκόνη το δέντρο της αγάπης,

και η νύχτα αγώγι που κουβαλά τα βήματά μου,

και κουβαλά την έρημο


Δεν ήταν ανάμεσά μας απόσταση-

Η ώρα ήταν γύμνια

κι ένδυμα ο θάνατός μου:

Ο κληρονόμος της άμμου

φέρνει τη μαύρη πέτρα για ψωμί

τον ήλιο, απόσκιο και νερό


Άδωνης

Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου 2007

Λίγο άσπρο είναι αρκετό...



Άσε με να πλημμυρίσω την ψυχή σου

σα ρυάκι να κυλίσω στις ζεστές νιφάδες των ματιών σου.

Απέναντι το κέλυφος που σπάει, χίλια χρόνια και ακόμα εκεί.
Πού πας;

Μα δεν μου αποκρίνεσαι.
Να αγγίξω με τα ακροδάχτυλά μου τις παρυφές των ονείρων σου να γίνω το άσπρο της σκέψης σου, το φως που απορρίπτω, να χαθώ σε πλάνες θάλασσες.

Ποιος ορίζει το βιωμένο και ποιος το αβίωτο;
Σαν ψίχουλο σε καθαρό νερό επιπλέεις και αποπνέεις δάκρυ μου, φεγγρίζω το νερό της θλίψης μου, νοσφίζομε τον ίσκιο σου, σταγόνα φθισική το δάκρυ μου ροκανίζει φιλήδονα ανέμους σιωπηλούς.

Γιατί;

Γιατί η θάλασσα είναι ποταμός, και ο ουρανός δρόμος.

Δευτέρα 13 Αυγούστου 2007

Μετρώντας το κόκκινο ώσπου να γεμίσει η ψυχή...



Θυμός που ξέσπασε πάνω μου, και δεν λέει να ξεθυμάνει. Τα λόγια φτωχά , η ζωή λίγη και δεν προφταίνεις, να ζήσεις όσα η καρδιά ζητάει όσα η ψυχή καρτεράει. Έφερα τη ζωή μου πάνω σε τεντωμένο σχοινί, παραπαίω στα όνειρα, στο ψέμα, την αλήθεια. Πάθη που κυριεύουν το κορμί, Έρωτας που σκλαβώνει το μυαλό. Ανάγκη για ζωή…Τούτη την ώρα, τούτη η στιγμή, μια φορά μόνο, μετά κενό. Θρήνος, γέλιο, ένας κλαυσίγελος τρελός που αιχμαλωτίζει τα πάντα γύρω του. Και συ κοιτάς έξω από το σώμα προσπαθώντας να εισχωρήσεις σε κορμιά ξένα σε δρόμους άγνωστους. Όσα η ψυχή καρτεράει….όσα η ζωή ζητάει. Χέρια που ψάχνουν αραξοβόλι στη χίμαιρα που ξέσπασε. Πλανιέται η ζωή μου πάνω στα αστερία του δικού σου ουρανού. Φύλλο κίτρινο το κορμί έπεσε στο χώμα ανήμπορο, κενό, ανούσιο. Ζητείται ζωή που να αντέχει, ζητείται σώμα που να κρατά γερά. Απόψε που η νύχτα χαμηλώνει…απόψε θέλω να αράζω στο λιμάνι σου. Το κορμί να βρει παρηγοριά, οι πληγές να κλείσουν. Πλασμένη από θάνατο και χώμα, γεμάτη σταυρούς η ψυχή, για τις χαρές που δεν ήρθαν, τις λύπες που φώλιασαν μέσα μου. Ωκεανός…και τυλίγω τα χέρια γύρω μου…άγγιγμα δικό σου…κάθε κύτταρο κάθε σπιθαμή. Ωκεανός απέραντος απλώνω τα χέρια στον ήλιο ζητώ βάλσαμο για τις πληγές. Παρακαταθήκη αφήνω την ψυχή…

Πέμπτη 26 Ιουλίου 2007

Χωρίς τίτλο


Α, αγαπημένε μου ποιητή
Ο ήλιος σμίγει με την ηλιαχτίδα σου
Και η αγάπη στις φλέβες χτυπά δυνατά
Τα δάχτυλα ανάμεσα στα σύννεφα
Παίζουν κρυφτό με τον έρωτα
Και οι στίχοι ω οι στίχοι είναι
Βάλσαμο στις ανείπωτες πληγές
Απόψε αποτάσσω την κόλαση
επιτρέπω και αμφιρρέπω ανάμεσα
στον ήλιο, το φως
Αποσυνθέτω το ζοφώδες απόστημα
του θανάτου και επιστρέφω
άλκιμος σε νερά ανέγγιχτα.

Τρίτη 17 Ιουλίου 2007

μπλογκοπαιχνιδο

Με απλές οδηγίες οι 5 τυχεροί που θα ανακοινώσω στο τέλος, πρέπει να σχολιάσουν (αν συμφωνούν ή διαφωνούν) 2 φράσεις δικές μου (την 2η και 4η) και να πλασάρουν άλλες 2 (μια ενός γνωστού διανοητή και μια δικής τους εμπνεύσεως) σε 5 άλλους blogger επιλογής τους.
Συγκεκριμένα το post σας πρέπει να αποτελείται από:
1 γνωστή φράση συγγραφέα κτλ που του πασάρει ο συνάδελφος του που τον καλεί να παίξει (δηλαδή εγώ)1 γνωστή φράση συγγραφέα κτλ που διαλέγει ο blogger (δηλαδή εσύ)1 φράση που φτιάχνει ο συνάδελφος που τον καλεί να παίξει (δηλαδή πάλι εγώ)1 φράση που φτιάχνει ο ίδιος ο blogger και την πασάρει στους άλλους 5 (δηλαδή πάλι εσύ)

1. Η γνωστή φράση που δίνει ο Αίολος:
Αυτός που σπέρνει δάκρυα και πόνο θερίζει την αυγή θανατικό· μαύρα πουλιά του δείχνουμε το δρόμο (Μάνος Ελευθερίου- Τα λόγια και τα χρόνια τα χαμένα).

Σχολιάζω:
Ή καλύτερα να το αφήσω ασχολίαστο
ο πόνος και τα δάκρυα είναι συγκοινωνούντα δοχεία.
έτσι είναι καλέ μου Αίολε ότι δίνεις παίρνεις
κι αν μαύρα πουλιά μου δείξουν το δρόμο θα το δεχτώ

2. Φράση του Αιόλου:
“Τι να’ ναι άραγε αυτό που λάμπει στ’ άβαθα νερά μας αφού το όνειρο ξαπλώνει στο πρώτο νεύμα της αυγής;”

Σχολιάζω:
Τι είναι αυτό που το λένε αγάπη
τους ανθρώπους δεν τους φοβήθικα, μα ούτε και τη μοναξιά
μόνο την αγάπη που φωλιάζει εντός μου.

Η γνωστή φράση που δίνει το sinnefo:

Το να μείνεις καθισμένος μπροστά στο θείο πνεύμα αυτό είναι δειλία
μόνο οι σκέψεις που σας έρχονται όταν περπατάτε αξίζουν.
Φ.Νίτσε.

Φράση του sinnefo:

θέλει χρόνο και
Χώρο
Να ενστερνιστείς τα μέσα σου
Σκοτάδια και
Να μην σε τρομάξει η
Αγριότητά τους.

Πολλούς γνωστούς στα blog δεν έχω, καλώ όμως
την quartier libre και την abttha, και όποιον άλλο θέλει
να σχολιάσει.

Τρίτη 10 Ιουλίου 2007


Έρπω λαθραία στις σκιές του άγνωστου εσύ,
Ερίζω με τη λαγνεία μου το πίσω μέρος του υποσυνειδήτου
και φράζω με το σθένος μου το μεσόφρυδο της αλλοτινής μου ζωής.
Μια ανήθικη ταλάντευση στην τραυλή υποχονδρία μου
να ισορροπήσω φωνάζοντας στις μύχιες ανασφάλειες μου «υπομονή ο δρόμος κάπου εδώ τελειώνει».
Αγγίζω τις παρυφές των ονείρων μου
και το φως που απορρίπτω είναι παρόν.
Απέναντι η νύχτα χωρίς φτιασίδια, χωρίς ένδυμα...

Σάββατο 30 Ιουνίου 2007

Σιωπή...



Σωπαίνω και η καρδιά μου χτυπά τα πράγματα μου στην πόρτα .



Ένα κλειδί ,ο κόσμος μια σταγόνα στη ζωή μου.



Πρώτη φορά ,πρώτη αγκαλιά .



Σιώπα τα αστέρια γελούν ,και ο ουρανός κλαίει .



Δροσιά, και ζέστη αναβλύζουν από ‘σένα.



Τα φώτα χαμηλώνουν



η μυρωδιά σου ξεχείλισε πέρα από ‘μενα



δεν σε φτάνω, δεν μπορώ.



Άνθρωποι νέοι, γέροι, και ‘γω άλλού,



Εσύ η προδοσία πέρα απ’ το όριο, η προέκταση της αμαρτίας μου.



Σκεπάζω τη γύμνια μου με τον φόβο μου.



Και η φωνή μακραίνει γίνεται αντίλαλος στα αφτιά μου



Σιωπά, τα αστέρια γελούν και ο ουρανός μαζί τους.



Σημάδι πάνω στο λόφο με τα χρώματα…

Κυριακή 10 Ιουνίου 2007

Στο μπλε του σκοταδιού


Στο μπλε του σκοταδιού ξεσπάω
λησμόνησα το δρόμο που με έφερε εδώ
λακτίσματα, σφυρίγματα, λικνίσματα τρελά
χορός! χορός!
Χωρίς σχέδιο πτήσης πλανιέμαι πάνω
στις στάχτες του δικού σου ουρανού
αποποιούμαι το φως, τον ήλιο
ενστερνίζομαι το ψιθύρισμα της θάλασσας,
κι εσύ η αμαρτία πέρα απ’ το όνειρο
βάζεις φρένο στις άναρθρες κραυγές μου
γράφω λέξεις χωρίς το υποκείμενο λογχίζω το
τίποτα για να έχω λόγω ύπαρξης
μια ανοησία καλά φυλαγμένη και μια φέτα
ζωής σε ένα δίσκο που ολοένα κολλάει.
Χορός! χορός ! χορός !

Κυριακή 3 Ιουνίου 2007

Με την αφή

Με την αφή στα δάχτυλα
τειχίζω το πριν
βάζω ξόβεργα στο ποτέ.
Η γέψη από τρελό νυφοστόλι,
Στο στόμα.
Διαγράφω την ενατένιση στο έρεβος
Και πάνερμος μεσουρανώ

Στο λίγνεμα του σκότους.

Πέμπτη 31 Μαΐου 2007

ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΑΛΙΑ

Μην πάρεις φακελάκι - Μην δώσεις φακελάκι




"ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΑΛΙΑ"



Κείμενο:

«Ο ασθενής έχει το δικαίωμα του σεβασμού του προσώπου του και της ανθρώπινης αξιοπρέπειάς του»

(σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 47 του Ν. 2071/ 1992)

«Να γίνουν εξαίρεση οι αλμπάνηδες ρε παιδιά, όχι ο κανόνας...»

(Αμαλία Καλυβίνου, 1977-2007)

Από την ηλικία των οκτώ ετών, η Αμαλία ξεκίνησε να πονάει. Παρά τις συνεχείς επισκέψεις της σε γιατρούς και νοσοκομεία, κανένας δεν κατάφερε να διαγνώσει εγκαίρως το καλόηθες νευρίνωμα στο πόδι της. Δεκαεπτά χρόνια αργότερα, η Αμαλία έμαθε ότι το νευρίνωμα είχε πια μεταλλαχθεί σε κακόηθες ινοσάρκωμα.

Για τα επόμενα πέντε χρόνια η Αμαλία είχε να παλέψει όχι μόνο με τον καρκίνο και τον ακρωτηριασμό, αλλά και με την παθογένεια ενός Εθνικού Συστήματος Υγείας που επιλέγει να κλείνει τα μάτια στα φακελάκια και επιμένει να κωλυσιεργεί με παράλογες γραφειοκρατικές διαδικασίες. Πέρα από τις ακτινοβολίες και τη χημειοθεραπεία, η Αμαλία είχε να αντιμετωπίσει την οικονομική εκμετάλλευση από γιατρούς που στάθηκαν απέναντί της και όχι δίπλα της. Πέρα από τον πόνο, είχε να υπομείνει την απληστία των ιδιωτικών κλινικών και την ταλαιπωρία στις ουρές των ασφαλιστικών ταμείων για μία σφραγίδα.

Η Αμαλία άφησε την τελευταία της πνοή την Παρασκευή 25 Μαϊου 2007. Ήταν μόλις 30 ετών.

Πριν φύγει, πρόλαβε να καταγράψει την εμπειρία της και να τη μοιραστεί μαζί μας μέσα από το διαδικτυακό της ημερολόγιο. Στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://fakellaki.blogspot.com/, η νεαρή φιλόλογος κατήγγειλε επώνυμα τους γιατρούς που αναγκάστηκε να δωροδοκήσει, επαινώντας παράλληλα εκείνους που επέλεξαν να τιμήσουν τον όρκο που έδωσαν στον Ιπποκράτη. Η μαρτυρία της συγκίνησε χιλιάδες ανθρώπους, που της στάθηκαν συμπαραστάτες στον άνισο αγώνα της μέχρι το τέλος.

«Ο στόχος της Αμαλίας ήταν να πει την ιστορία της, ώστε μέσα απ' αυτήν να αφυπνίσει όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους και συνειδήσεις. Κυρίως ήθελε να δείξει ότι υπάρχουν τρόποι αντίστασης στην αυθαιρεσία και την εξουσία των ασυνείδητων και ανάλγητων γιατρών, αλλά και των γραφειοκρατών υπαλλήλων του συστήματος υγείας.»

(Δικαία Τσαβαρή και Γεωργία Καλυβίνου - μητέρα και αδελφή της Αμαλίας)

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 77 του Ν. 2071/1992, θεωρείται πειθαρχικό παράπτωμα για τους γιατρούς του Ε.Σ.Υ:

«Η δωροληψία και ιδίως η λήψη αμοιβής και η αποδοχή οποιασδήποτε άλλης περιουσιακής παροχής, για την προσφορά οποιασδήποτε ιατρικής υπηρεσίας»

Η Αμαλία Καλυβίνου αγωνίστηκε για πράγματα που θεωρούνται αυτονόητα σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος. Δυστυχώς δεν είναι και τόσο αυτονόητα στην Ελλάδα. Συνεχίζοντας την προσπάθεια που ξεκίνησε η Αμαλία, διαμαρτυρόμαστε δημόσια και απαιτούμε:

* ΝΑ ΠΑΡΘΟΥΝ ΑΜΕΣΑ ΜΕΤΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΩΣΤΕ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΟΥΝ ΤΑ ΦΑΚΕΛΑΚΙΑ ΚΑΙ Η ΑΝΙΣΟΤΗΤΑ ΠΟΥ ΕΠΙΦΕΡΟΥΝ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ

* ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΠΙΟ ΕΥΕΛΙΚΤΟΣ Ο ΚΡΑΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΩΣΤΕ ΝΑ ΜΗ ΘΡΗΝΗΣΟΥΜΕ ΞΑΝΑ ΘΥΜΑΤΑ ΕΞΑΙΤΙΑΣ ΧΡΟΝΟΒΟΡΩΝ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ

* ΝΑ ΕΠΙΒΛΗΘΕΙ ΑΥΣΤΗΡΟΤΕΡΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΣΤΗ ΔΙΑΠΛΟΚΗ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΚΑΙ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟΥ

* ΝΑ ΑΞΙΟΠΟΙΗΘΟΥΝ ΟΙ ΑΝΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΤΕΣ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ ΚΑΙ ΝΑ ΥΠΑΡΞΕΙ ΣΥΝΕΧΗΣ ΚΑΙ ΑΡΤΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΓΙΑΤΡΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΝΟΣΗΛΕΥΤΕΣ ΤΟΥ Ε.Σ.Υ.

* ΝΑ ΚΑΘΙΕΡΩΘΕΙ Η ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΦΑΚΕΛΟΥ ΤΟΥ ΑΣΘΕΝΟΥΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΣ, ΩΣΤΕ ΝΑ ΕΠΙΣΠΕΥΔΕΤΑΙ Η ΣΩΣΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑ

ΑΣ ΠΑΨΕΙ ΠΛΕΟΝ Η ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΩΝΤΩΝ, ΠΟΥ ΠΡΟΤΙΜΟΥΝ ΝΑ ΛΑΔΩΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΓΙΑΤΡΟΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΠΑΡΑ ΝΑ ΑΜΕΙΒΟΝΤΑΙ ΑΞΙΟΠΡΕΠΩΣ ΑΠΟ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ.

* ΟΧΙ ΑΛΛΑ ΦΑΚΕΛΑΚΙΑ

* ΟΧΙ ΑΛΛΗ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΑ

* ΟΧΙ ΑΛΛΟΣ ΕΜΠΑΙΓΜΟΣ

ΔΙΚΑΙΟΥΜΑΣΤΕ ΔΩΡΕΑΝ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ. ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ.


Την επόμενη φορά που θα χρειαστεί να δώσετε φακελάκι, μην το κάνετε. Προτιμήστε καλύτερα να κάνετε μια δωρεά. Η τελευταία επιθυμία της Αμαλίας ήταν η ενίσχυση της υπό ανέγερση Ογκολογικής Μονάδας Παίδων.

(Σύλλογος Ελπίδα, τηλ: 210-7757153, e-mail: infο@elpida.org, λογαριασμός Εθνικής Τράπεζας: 080/480898-36, λογαριασμός Alphabank: 152-002-002-000-515. Θυμηθείτε να αναφέρετε ότι η δωρεά σας είναι "για την Αμαλία").



ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΦΙΛΩΝ ΤΗΣ ΑΜΑΛΙΑΣ

Σάββατο 26 Μαΐου 2007


Στην Αμαλία


Τι ονειρευόσουν ψυχή μου την ώρα κείνη;
Ονειρευόσουν τα παιδιά να παίζουν στις αλάνες;
Ονειρευόσουν να χορεύεις με τον έρωτα των παιδικών σου χρόνων; Ονειρευόσουν το αγουροξυπνημένο βλέμμα του πρωινού χωρίς πόνο; Ονειρευόσουν να κολυμπάς στη θάλασσα παρέα με τον άνεμο;
Να κάνεις μακροβούτια στη ζωή χωρίς ανάσα;
Να απλώνεις τα χέρια στον ουρανό να φτάσεις τα αστέρια, γιατί η ζωή είναι μικρή και το ξέρεις καλύτερα απ’ όλους.
Ονειρευόσουν να πατήσεις και τα δυο σου πόδια στη γη;
Τι από όλα αυτά ονειρευόσουν ψυχή μου, ονειρευόσουν ανθρώπους περισσότερο ανθρώπους; Ότι κι αν ονειρευόσουν τώρα θα το έχεις απλόχερα. Καλό ταξίδι και καλή αντάμωση.

Παρασκευή 25 Μαΐου 2007


Σε έναν άνεμο δραπέτη...


Θα ανταμώνουμε στις αναμνήσεις του παρελθόντος.

Γελώντας με τη γλυκιά αύρα της Αγάπης

Θα μεθάμε με τη λατρεία του κορμιού,

ξέπνοοι πάνω Στον αφρό της θάλασσας

Θα μου κρατάς το χέρι εκεί στο ουράνιο τόξο των χρωμάτων.

Θα περπατάμε στη θολή αχλή του χρόνου

χωρίς φτιασίδια χωρίς ένδυμα .

Ωκεανός…και τυλίγω τα χέρια γύρω μου… άγγιγμα δικό σου…

κάθε κύτταρο κάθε σπιθαμή.

Ωκεανός απέραντος απλώνω τα χέρια στον ήλιο

ζητώ βάλσαμο για τις πληγές.

Παρακαταθήκη αφήνω την ψυχή…

Τετάρτη 16 Μαΐου 2007


α, θ, ν, τ, ο, ς, α,

8,1,13,1,19,15,24,

γράμματα και αριθμοί χορεύουν, ξεφυσάω,

δεν μου είναι βολετό να συγκεντρωθώ

και μια φωνή πίσω μου και μπρος να μου χλευάζει

δεν ξέρω που να βάλω τα χέρια μου,

στο μυαλό μου ίσως για να ζεσταθούν από την παγωνιά του Ιούλη,

τι γυρεύουν οι πεταλούδες μέσα στο κατακαλόκαιρο;

Κυριακή 13 Μαΐου 2007


Ειπα κάτι να σου γράψω μα τα λόγια μου

είναι φτωχα...

Ένας ευαίσθητος ληστής

Στιχοι:Νίκος Γκάτσος

Μουσική:Μάνος Χατζιδάκις


Αν με πηγαίναν αύριο στην κρεμάλα

μανούλα μου μανούλα δόλια μάνα

ξέρω ποιανού το δάκρυ στάλα στάλα

θ'πεφτε από τα μάτια τα μεγάλα

μανούλα μου μανούλα δόλια μάνα


Μια και με γράψανε φονιά

πήρα τον κόσμο παγανιά

και την ζωή σεργιάνι

κακό να κάνω στους κακούς

που εσύ μονάχα τους ακούς

μα ο νους σου δεν τους πιάνει


Στην ερημιά που 'χα βρεθεί

με το 'να χέρι στο σπαθί

και τ' άλλο στο βαγγέλιο

ήρθαν μανάδες κι ορφανά

κι είπα το δάκρυ που πονά

να τους το κάνω γέλιο


Μα τώρα που 'φτασε η στιγμή

να κλείσουν οι λογαριασμοι

ποιός τάχα θα μπορέσει

να δει πως είχα μια καρδιά

σαν της αγάπης τα παιδιά

και να με συγχωρέσει;
Μόνο εσύ κανείς άλλος...κανείς

Παρασκευή 11 Μαΐου 2007


Ένας καιρός άνομβρος
Σεργιανίζει με αθυμία
Πάνω στο σώμα που τέμνει
τα άδολα όνειρα
φάσκω και αντιφάσκω πάνω
στη σαθρή χορδή του χρόνου
κυνηγάω χίμαιρες ,κατάδηλος
σαϊτεύω τον καιρό που
σεργιανίζει με αθυμία;
Μια βροχή περιμένω για να τρυγήσω
Ότι απόμεινε στη χορδή του χρόνου.

Τετάρτη 9 Μαΐου 2007


Αυτό το ποίημα γράφτηκε από ένα κοριτσάκι που πεθαίνει πάσχοντας από καρκίνο και είναι σε ένα νοσοκομείο της Νέας Υόρκης.Οι γιατροί του δίνουν μόνο άλλους 6 μήνες ζωής.


SLOW DANCE


Παρακολούθησες ποτέ παιδιά στο λούνα-πάρκ?
ή άκουσες την βροχή να πέφτει στο χώμα?
Παρακολούθησες το τρελό πέταγμα μιας πεταλούδας?
Χάζεψες τον ήλιο καθώς ξεθωριάζει η νύχτα?
Καλύτερα να χαλαρώσεις.
Μην χορεύεις τόσο γρήγορα.
Η ζωή είναι μικρή.
Η μουσική δεν κρατάει για πάντα.
Τρέχεις αλαφιασμένος κάθε μέρα?
Όταν ρωτάς κάποιον «πως είσαι?»
Ακούς την απάντηση?
Όταν τελειώνει η μέρα πέφτεις στο κρεβάτι αγκαλιά με
σκέψεις για εκατοντάδες δουλειές που στριφογυρίζουν στο κεφάλι σου?
Καλύτερα χαλάρωσε.
Μην χορεύεις τόσο γρήγορα.
Η ζωή είναι μικρή.
Η μουσική δεν κρατάει για πάντα.
Είπες ποτέ στο παιδί σου «θα το κάνουμε αυτό αύριο»
και μέσα στην βιασύνη σου δεν είδες την λύπη του?
Έχασες επαφή άφησες μια καλή φιλία να πεθάνει επειδή ποτέ δεν είχες τον χρόνο
να πάρεις ένα τηλέφωνο και να πεις «γεια!»
Καλύτερα χαλάρωσε.Μην χορεύεις τόσο γρήγορα .
Η ζωή είναι μικρήΗ μουσική δεν κρατάει για πάντα.
Όταν τρέχεις παλαβωμένα για να πας κάπου χάνεις τημισή χαρά της διαδρομής.
Είναι σα να πετάς ένα δώρο που δεν άνοιξες......
Η ζωή δεν είναι αγώνας ταχύτητας.
Γι' αυτό χαλάρωσε.
Ακου την μουσική Πριν τελειώσει το τραγούδι.

Δευτέρα 7 Μαΐου 2007


Τα χεριά μου έγιναν άχυρα κάτω από τα σπασμένα αναφιλητά των ήχων
τα όρια είναι η απελπισμένη κραυγή της σκοτεινής μου ζωής τα αγγίζω τα μετρώ και γυρίζω πίσω εκεί που ο θάνατος σμίγει με τη ζωή κανείς πια… κανείς… τα πάθη μου είναι σκέψεις που πετάνε ενώ αποπνέω στις έξω μου αναλήθειες
μια σάτιρα χωρίς τέλος σατιρίζουν, χλευάζουν σα σμάρι μελισσών στο σκοτάδι των αρρωστημένων παραισθήσεων μου. Η αγοραφοβία μου , η μοναχικότητα... να επιδίδομαι στην ανεξέλεγκτη κατάθλιψη μου και να κρύβομαι στο πίσω μέρος του μυαλού μου εκεί που έχω καταγράψει την αναίσχυντη λαιμαργία μου για τη ζωή και συγχρόνως για το θάνατο.

Παρασκευή 4 Μαΐου 2007


Μέσα στη υπόκωφη σιωπή της άμμου σημαδεύω τις λέξεις εμποτίζω το είναι μου με σκοτάδι μετρώ την απουσία σου και ξαναγεννιέμαι μέσα από την δική σου στάχτη ιχνηλατώ την σκιά σου βήμα, βήμα σκαλί το σκαλί και δεν έχω τίποτε άλλο γιατί όλα μου τα πήρες, τους ήχους απ’ τις λέξεις, τις λέξεις απ’ τους στίχους και τώρα τι ποιόν κοροϊδεύω, ποιόν γελοιοποιώ το δύστυχο εαυτό μου. Ω δύστυχε εαυτέ μου αναδύομαι από τα έγκατα της γης οι ρίζες μου μπλέχτηκαν σε τρελό μεθύσι δεν βλέπεις , δεν ακούς , πως μπορείς να μην ακούς! Δύστυχε εαυτέ μου κοίτα τους τοίχους, εκεί έχω γράψει τη λέξη που πληγώνει και τη σημαδεύω Σιωπή! Σιωπή ! Σιωπή !

Δευτέρα 30 Απριλίου 2007

Στο δικό μου κόσμο
Στο δικό μου κόσμο δεν υπάρχουν κάγκελα μόνο παράθυρα και πόρτες που ανά πάσα στιγμή μπορείς να φύγεις, στο δικό μου κόσμο υπάρχει μόνο ελευθερία, δεν υπάρχουν φωνές μόνο ήρεμες μέρες που μέσα τους αρμενίζουν τα όνειρά μου και τα θέλω μου, στο δικό μου κόσμο μόνο η αγάπη έχει θέση, στο δικό μου κόσμο είμαι Άνθρωπος... Η ζωή είναι τόσο λίγη που τις μέρες που αισθάνομαι καλά θέλω να τις στολίζω όμορφα να είναι δικές μου. Έμαθα στο δικό μου κόσμο να φτιάχνω νησίδες χαράς και μπάλες από αρμονία, έμαθα να χαμογελάω ,και τα βράδια στο δικό μου κόσμο δεν είναι άγρυπνα, έμαθα να αφήνω το δάκρυ να κυλίσει άφοβα χωρίς ντροπή μπας και με δουν.
Στο δικό μου κόσμο υπάρχουν κοιλάδες και νερά γάργαρα και μια αγκαλιά πάντα ανοιχτεί να με θωπεύσει, χωρίς να με κρίνει και με αγαπάει έτσι όπως είμαι. Γιατί στο δικό μου κόσμο αυτή η αγκαλιά με αγαπάει για αυτό που είμαι και με αγαπάει πολύ γιατί μου συγχωράει τις υποχονδρίες μου, τις σιωπές μου, την ανάγκη μου να μένω μόνη, στο δικό μου κόσμο είμαι Άνθρωπος… δεν μπορείς να καταλάβεις και δεν έχω αυτή την απαίτηση τις μέρες που είμαι καλά θέλω να πιω την ζωή να βουτήξω μέσα της και να την ρουφάω με λαιμαργία τις μέρες που είμαι καλά και το σκοτάδι δεν είναι πίσω μου να με χτυπάει στη πλάτη και να μου κουνά το χέρι με επιτακτικό τρόπο σαν να μου λέει: εδώ είμαι δεν σε ξέχασα το νους σου, αυτές τις μέρες θέλω να τις θυμάμαι ως και το τελευταίο λεπτό και πίστεψε με απ’ τους ανθρώπους δεν ζητούσα ποτέ πολλά αυτό που ζήτησα «αγάπη» το λένε οι άνθρωποι ίσως είναι τελικά το ύψιστο αγαθό και είναι πολύ για να το προσφέρουν αφειδώλευτα. Και ο θεός αυτό τον κόσμο μου τον στέρησε είναι πια ελάχιστες οι φορές που μου επιτρέπει να μπαίνω...

Κυριακή 29 Απριλίου 2007

Σε κάποια πόλη
Σούρουπο… βροχή… μόνη στους δρόμους κάποιας πόλης , γύρω μου άνθρωποι , νέοι , γέροι , παιδιά…φωνές και γω χαμένη, βουτηγμένη στη σιωπή. Με μια ομπρέλα να με προστατεύει απ’ τη βροχή; Ένα χέρι ξάφνου με ταρακουνάει «Ε! Νεφέλη! Δεν ακούς, που τρέχει ο νους σου, πάλι στα σύννεφα;» Σύννεφα… επαναλαμβάνω … «Ναι στα σύννεφα…» «Αχ! Βρε Νεφέλη! Αλλά που ακούστηκε σύννεφο με ομπρέλα ε αυτό δεν ξαναέγινε!» Έμεινα να κοιτώ μια τον ουρανό που έφευγε , και μια την ομπρέλα . Αλλά δεν την έκλεισα , την κρατούσα πεισματικά ανοιχτή !

Παρασκευή 27 Απριλίου 2007


Η ευχαρίστηση είναι το αλάνθαστο αποτέλεσμα
των μεγάλων παραδοχών, της ύψιστης ταπείνωσης...
να μην προσπαθούμε να μεταμορφωθούμε σ' αυτό ή το άλλο
(ώστε ν' ανταποκριθούμε σε μια υπερβολική εκδοχή του εαυτού μας) αλλά να παραδοθούμε στην πληρότητα της ζωής...
ν' αφήσουμε τη ζωή να κυλήσει μέσα μας.
D. Grayson

Τετάρτη 25 Απριλίου 2007


Χωρίς ανάσα, ριχτήκαμε
στον ανεμοδαρμένο λόφο,
γελάσαμε στον ήλιο
και φιλήσαμε
το όμορφο χορτάρι.
Rupert Brook.
Όταν προσεγγίσεις
την καρδιά της ζωής,
θα βρεις ομορφιά
σ΄όλα τα πράγματα.
K. Gibran

Τρίτη 24 Απριλίου 2007



Η απλή αίσθηση

του να ζεις είναι από μόνη της

αρκετή χαρά.

E. Dickinson

(1830-1886)

Ελευθερώνομαι απ' τη θάλασσα
όταν έρχονται τα νέρα σ' εμένα.

Ας φεύγουμε πάντα. Ας γευτούμε
το υπέροχο τραγούδι, το τραγούδι που ειπώθηκε
από τα κάτω χείλη της επιθυμίας.
Ω θαυμάσια παρθενία.
Περνάει η αύρα δίχως αλάτι.

Στο μάκρος οσμίζομαι τα μεδούλια
ακούγοντας το βαθύ ψαύσιμο, κυνηγώντας να βρω
τα κλειδιά του υποβρύχιου ρεύματος.

Κι αν έτσι σκοντάψουμε
στο παράλογο,
θα θαφτουμε στο χρυσάφι του να μην έχουμε τίποτα
και θα κλωσσήσουμε την αγέννητη φτερούγα
της νύχτας, αδερφή
τούτης της ορφάνής φτερούγας της μέρας,
που στο πείσμα της να είναι μια δεν είναι πια φτερούγα.

Καίσαρ Βαλιέχο.

Κυριακή 22 Απριλίου 2007

Σάββατο 21 Απριλίου 2007

Έχουν σκεπάσει τη μισή μου την ψυχή
με τις φτερούγες τους η τρέλα κ’ η λωλάδα
και με ποτίζουν φλόγινο κρασί
και με καλούν στη σκοτεινή κοιλάδα.
Και το κατάλαβα πως πρέπει πια να υποταχτώ
στην τρέλα αυτή και να υπομένω
αφουγκραζόμενη το παραμιλητο
που είναι δικό μου κ' έχει γίνει κιόλας ξένο.
λες κ' είταν μάτια πετρωμένου μαρτυρίου
μήτε τη μέρα που με βρήκε η συμφορά
μήτε τη λίγην ώρα του επισκεπτηρίου
μήτε τα χέρια που δροσίζανε τον πυρετό μου
μήτε της λεύκας την τρεμάμενη σκιά
μήτε τα λόγια που αχνοσβήναν στη γωνιά του δρόμου
τα «μην ανησυχείς» στερνή παρηγοριά.


Αννα Αχματοβα.

Παρασκευή 20 Απριλίου 2007

Βλέμματα και γλυκές συνομιλίες,
φιλήματα και απαλές θωπείες
με άφησε να γεύωμαι η παρθένα,
όμως απέμεινε στο σκαλοπάτι
του έρωτα το πιο γλυκό, το τελευταίο.
Σ' αυτό ν' ανέβω αν δεν τα καταφέρω,
θα γίνω πιο τρελός από τον πόθο.

Carmina Burana

και τρίζει το καμπαναριό, το σήμαντρο σημαίνει,
κι ένας διάφανος δαίμονας, καθώς αργοδιαβαίνει,
στο πέρασμά του το χαλκό με το φτερό του αγγίζει
κι απόηχο μοιρολογιού στο μέταλλο στραγγίζει.
Στέκεται η εκκλησιά
γεμάτη ευλάβεια, λύπηση∙ έρημη και παλιά∙
μέσ’ στα σπασμένα τζάμια της ο άνεμος σφυρίζει,
λες κι ένα ξόρκι ή γήτεμα στ’ αυτί σου ψιθυρίζει.
Στο τέμπλο, στις κολώνες της μόλις αχνές σκιές
μένουν, και περιγράμματα, απ’ αγίων ζωγραφιές.
Ιερεύς, ο γρύλος ψαλμωδεί με σκέψης κρυφής ήχο,
Κρατάει τον ίσο ο σάρακας, ψάλτης, κάτω απ’ τον
τοίχο.
………………………………………………………………
Η πίστη τα εικονίσματα στους ναούς ζωγραφίζει
και την ψυχή με χρώματα του μύθου την στολίζει,
μα της ζωής τα κύματα περνούν φουρτουνιασμένα,
και πίσω περιγράμματα μένουν, μισοσβησμένα.
Μέσ’ στο μυαλό μου μάταια τον κόσμο αναζητώ:
μόνο ένας γρύλος ψαλμωδεί τον κρυφό λογισμό.
Μάταια τη ρημαγμένη μου αγγίζω την καρδιά:
σαράκι σ’ ένα φέρετρο την νιώθω να χτυπά.
Στο νου μου ως ξετυλίγεται, μου φαίνεται η ζωή
κάποια ιστορία που μου λέει μια αλλότρια φωνή,
δική μου ως να μην ήτανε, δικός της να μην ήμουν.
Ποιος είναι εκείνος που’ μαθεν απ’ έξω τη ζωή μου,
και τον ακούω, και μ’ όσα λέει να μειδιώ με κάνει,
λες και δεν πρόκειται για με, λες κι έχω πια πεθάνει.
Σεπτέμβριος 1876
Μακριά σου και μονάχος…
Μακριά σου και μονάχος είμαι, πλάι στη φωτιά,
τον άτυχό μου βίο αναπολώ ξανά,
σαν να’ χω ζήσει ογδόντα στον κόσμο ετούτο χρόνια,
να’ σαι νεκρή, και να’ μαι γέρος σαν το χειμώνα.
Μέσ’ στην ψυχή μου στάζουν οι θύμησες μια-μια
μ’ όλα του παρελθόντος τα μικροπράγματα.
Τα δάχτυλα του ανέμου χτυπούν στα παραθύρια
κι ο λογισμός μού υφαίνει στοργικά παραμύθια,
και τότε πια σε βλέπω, με την αχλύ μανδύα,
3
με μάτια βουρκωμένα, χέρια λεπτά και κρύα:
μ’ αυτά τα δυο σου μπράτσα τους ώμους μου
αγκαλιάζεις,
θέλεις να πεις μια λέξη… κι έπειτα αναστενάζεις…
Το θησαυρό εγώ σφίγγω από αγάπη κι ομορφιές
και σε φιλιά ενώνονται οι δόλιες μας ζωές…
Ω, η φωνή για πάντα της μνήμης ας σιγήσει
κι ας βυθιστεί στη λήθη της μιας στιγμής η τύχη
που αναίρεσες, κι ετράπης αμέσως σε φυγή…
Θα’ μαι γέρος και μόνος, θα’ σαι καιρό νεκρή.
Μάρτιος 1878
Μελαγχολία

Σαν ν’ άνοιξε στα σύννεφα μια πύλη, που διαβαίνει
λευκή, σε νεκροκρέβατο, η σελήνη πεθαμένη.
Κοιμήσου εν ειρήνη εσύ, κι εκεί ψηλά, μυριάδες
ας λάμψουν κι ας φωτίσουνε των άστρων οι λαμπάδες
το μαυσωλείο σου, κάτω απ’ τους θόλους των
ουρανών,
ω λατρευτή αυτοκράτειρα πασών μας των νυκτών !
Μέσα στην πάχνη κείτεται η απέραντη οικουμένη,
θαρρείς με πέπλο γυάλινον όλη σαβανωμένη,
ο αγέρας φέγγει και μακριά, στον κάμπο
σκορπισμένα,
διαφαίνονται χαλάσματα έρμα, εγκαταλειμμένα.
Το κοιμητήρι με κυρτούς σταυρούς μόνο αγρυπνεί,
μια κουκουβάγια έρχεται στους τάφους να σταθεί,


MIHAI EMINESCU